Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009

Ο χορός των αιώνια αφηρημένων




Κάθε πρωί την βλέπω να κόβει βόλτες γύρω από το τετράγωνο.
Καμιά φορά νομίζω πως κοιτάει εμένα και από τότε φτιάχνω πιο δυνατό καφέ.
Ισως μυρίζει τους κόκκους και αναζητήσει ένα φλιτζάνι και λίγη συντροφιά.
Ο ήλιος έχει αρχίσει να ρίχνει τις πρώτες ζεστές του ακτίνες και τις αντανακλά ευγενικά πάνω στην επιφάνεια του προσώπου της. Δε μπορώ να διακρίνω τα χαρακτηριστικά της. Λάμπει τυλιγμένη στο φως.
Ένα πρωί θα κατέβω και θα δω πραγματικά ποια είναι. Ίσως της μιλήσω. Ίσως την κεράσω ένα φλιτζάνι.

Ίδια ώρα, ίδιο μέρος. Πιστή στο ραντεβού μας. Πηγαίνει δεξιά στον κάθετο δρόμο και ύστερα χωρίς αιτία περνάει στο απέναντι πεζοδρόμιο. Επαναλαμβάνει την κίνηση της πολλές φορές ακόμα. Αν ήθελε να με δει θα έπρεπε να μείνει στα δεξιά. Ίσως προσπαθεί να με μπερδέψει. Προς το παρόν με μπερδεύει ο αέρας που κινεί τα μαλλιά της. Μια μεθυσμένη κίνηση ότι εστιάζει πάνω σε αυτή. Ίσως είναι τόσο όμορφη που μέθυσε και ο ήλιος. Ίσως είμαι απλά ερωτευμένος.

Ξανακάνει το γύρο του τετραγώνου. Στο μυαλό της επικρατεί μια αναρχία σκέψεων.
Να πάω πρώτα στο μηχάνημα ή στο παντοπωλείο. Με φτάνουν τα χρήματα ή όχι. Μια βόλτα στη θάλασσα. Το παλτό μου είναι αρκετά χοντρό. Πρέπει να πάρω άδεια.
Όχι μόνο σήμερα. Πρέπει να μπω στο τρένο. Στο αεροπλάνο. Πρέπει να φύγω. Με αγαπάει. Δεν είναι εδώ. Τον θέλω. Δε θέλω να με αγαπάει.

Με το πέρασμα των ημερών η επιθυμία μου να γνωρίσω αυτό το αλλόκοτο κορίτσι μεγάλωνε. Ήμουν σίγουρος ότι πρέπει να ήταν ρομαντική και ντροπαλή. Θα με πρόσεξε κάποια μέρα στην ουρά του ταχυδρομείου. Με ακολούθησε και από τότε περνάει να με δει. Να με δει να ξυπνάω από ψηλά. Να μάθει τις συνήθειες μου. Να με αποκωδικοποιήσει.

Ξυπνούσε πρωί μήπως και τα προλάβει όλα. Μήπως και προλάβει να στρίψει πρώτη στη γωνία και τη χάσει. Και τη χάσει η ζωή που τρέχει πίσω της. Είχε υπολογίσει ότι θα τις έπαιρνε αρκετή ώρα για να κάνει τις μικροδουλειές. Ένα τυχαίο γλίστρημα στο πεζοδρόμιο, μια βόλτα στη βροχή χωρίς ομπρέλα, ένα ξεχασμένο πορτοφόλι, τα κλειδιά πίσω από την πόρτα, η επιλογή ανάμεσα στα ζεστά κουλουράκια. Κάποια μέρα θα έκανε όλες τις δουλειές της σε δέκα λεπτά. Κάποια μέρα θα αποφάσιζε αν θέλει να μείνει η να φύγει και τότε δε θα απέφευγε υποσυνείδητα να ολοκληρώσει τις δουλειές της.
Ο δρόμος είναι δεκτικός Δε θα σε μαλώσει γιατί τον επισκέπτεσαι λίγο παραπάνω. Θα χαμογελάσει και θα σε υποδεχτεί. Θα σου προσφέρει εικόνες για να σε βοηθήσει να ξεφύγεις. Να ξεφύγεις από οτιδήποτε προκάλεσε την αρχική σου επίσκεψη. Θα σου φερθεί σαν φίλος που ψάχνει τρόπο να σε ξεκουράσει από τις έγνοιες.

Σήμερα το πρωί αποφάσισα να πάρω τον καφέ μου στο χέρι και να κάνω και εγώ μια βόλτα στο τετράγωνο. Ίσως ανακάλυπτα τη ξεχωριστή του μαγεία. Προς το παρόν ήταν μια μάζα από γκρίζους όγκους άκριτα τοποθετημένους. Μετά από τον περίπατο ίσως να έπαιρναν λίγο από τη μαγεία ενός χαμένου ξωτικού.

Πέρασα από δίπλα της. Χαμογελούσε και έμοιαζε σαν να ψιθύριζε κάτι. Της είπα καλημέρα αλλά δεν ανταποκρίθηκε. Σίγουρα ντράπηκε έναν ξένο αλλά δε μπόρεσε να κρύψει τη χαρά της, μου χαμογελούσε.

Τα παιδάκι στο πεζοδρόμιο προσπαθούσε να ανέβει τα σκαλιά της εκκλησίας. Ανέβαινε ένα και ύστερα κατέβαινε δυο. Μετά έκανε δυο βήματα δεξιά και ένα πάνω.
Σαν το χορό των αιώνια αφηρημένων. Χαμογέλασε γιατί της θύμισε τον εαυτό της. Κι ύστερα ψιθύρισε: Μια μέρα θα ανέβω όλη τη σκάλα χωρίς να γυρίσω πίσω.

1 σχόλιο:

Nef**POINT(Νεφέλη) είπε...

πολύ προσεγμένο και εσωτερικό!!!συγκεκριμένο αλλά και αφηρημένο!!!
επίσης πολύ ωραίος τίτλος!!