Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2010

Fever 103





...εκείνη η μυρωδιά

ιδρώτας

κρύος, ζεστός, εναλλάξ

τα σεντόνια ίδια για μέρες

τα άλλαζες αλλά τίποτα δεν άλλαζε

κλειστά παράθυρα και χυμένα δοχεία

φωνές από το δρόμο

χρειάζομαι μια άδεια

χρειάζομαι σωτηρία

πονάει ακόμα και το χαμόγελο που μου φέρνεις στα χείλη

είναι σαν δρόμος προς τη σταύρωση

κουδούνι- πόρτα – σωτηρία

δε χτυπάει χάλασε

(καμία σωτηρία)

έπεσε η κολόνα

(καμία σωτηρία)

απεργεί η ΔΕΗ

(καμία σωτηρία)

μου κάνουν πλάκα τα παιδιά της γειτονιάς

δεν έρχεσαι

δε φτάνω τα φάρμακα

σε κούρασε αυτή η ιστορία

μιζέρια, αποχή, αδιαθεσία

το δωμάτιο μύριζε οινόπνευμα και σεξ

τώρα μυρίζει οινόπνευμα και βιξ

δεν ήταν ποτέ ρομαντικό

τώρα σίγουρα δεν είναι

υπερβατικές φιγούρες

τούνελ, άγγελοι και φώτα

δεν πεθαίνεις αλλά τίποτα δεν είναι όπως πρώτα

υπάρχει σωτηρία, άλλη μια εγχείριση, άλλη μια ένεση

άλλη μια σχέση που σκοτώσαμε πριν πεθάνει

«θα περιμένωμ μέχρι να ξαναρθείς, θα περιμένω»

το τεστ είναι θετικό, πεθαίνω

(καμία σωτηρία)


*Άσκηση πάνω στο Fever 103 της Sylvia Plath



Pure? What does it mean?
The tongues of hell
Are dull, dull as the triple

Tongues of dull, fat Cerberus
Who wheezes at the gate. Incapable
Of licking clean

The aguey tendon, the sin, the sin.
The tinder cries.
The indelible smell

Of a snuffed candle!
Love, love, the low smokes roll
From me like Isadora’s scarves, I’m in a fright

One scarf will catch and anchor in the wheel,
Such yellow sullen smokes
Make their own element. They will not rise,

But trundle round the globe
Choking the aged and the meek,
The weak

Hothouse baby in its crib,
The ghastly orchid
Hanging its hanging garden in the air,

Devilish leopard!
Radiation turned it white
And killed it in an hour.

Greasing the bodies of adulterers
Like Hiroshima ash and eating in.
The sin. The sin.

Darling, all night
I have been flickering, off, on, off, on.
The sheets grow heavy as a lecher’s kiss.

Three days. Three nights.
Lemon water, chicken
Water, water make me retch.

I am too pure for you or anyone.
Your body
Hurts me as the world hurts God. I am a lantern——

My head a moon
Of Japanese paper, my gold beaten skin
Infinitely delicate and infinitely expensive.

Does not my heat astound you! And my light!
All by myself I am a huge camellia
Glowing and coming and going, flush on flush.

I think I am going up,
I think I may rise——
The beads of hot metal fly, and I love, I

Am a pure acetylene
Virgin
Attended by roses,

By kisses, by cherubim,
By whatever these pink things mean!
Not you, nor him

Nor him, nor him
(My selves dissolving, old whore petticoats)——
To Paradise.


* Φωτογραφία από το The shop around the corner του Lubitsch,1940.